Η
λατινική ονομασία του βοτάνου είναι
AGROPYRON repens L. (Αγρόπυρο το έρπον). Ανήκει
στην οικογένεια των Αγροστωδών. Είναι
γνωστό με τα ονόματα άγλωσσο, αούστας,
άγριο έρη, αγρόπυρον, άργαστη κ.ά.. Φυτρώνει
σε καλλιεργημένα και ακαλλιέργητα
εδάφη, σε κήπους και αναχώματα. Το
συναντούμε σε υψόμετρο μέχρι τα 2000
μέτρα.
Είναι
πολυετές αυτοφυούμενο χόρτο, με πολύ
μακριές περιπλεκόμενες ρίζες. Τα φύλλα
του είναι στενά, ταινιοειδή και
γλαυκοπράσινα. Φτάνει σε ύψος από 10 έως
50 εκατοστά. Υπάρχουν διάφορα είδη,
ανάλογα με τις περιοχές που το συναντούμε.
Το επίμηκες και το σχοινοειδές απαντώνται
σε αμμώδη παραθαλάσσια μέρη.
Το
παράκτιον που φυτρώνει σε παραθαλάσσια
μέρη έως την ορεινή ζώνη και το διάμεσο
που βρίσκεται στην κατώτερη ζώνη. Είναι
ζιζάνιο πολύ ενοχλητικό για τους αγρότες
και τους κηπουρούς αλλά χρήσιμο για την
κτηνοτροφία. Επίσης είναι χρήσιμο γιατί
στηρίζει αμμώδη εδάφη.
Τις
ίδιες ιδιότητες έχει και η Αγρωστις ή
Αργωστη των αρχαίων Ελλήνων, η οποία
υπάγεται στο γένος Κυνόδους και είναι
πολύ κοινή στην Ελλάδα και άλλες χώρες
της Μεσογείου με την ονομασία Αγριάδα
(Κύνοδον δάκτυλον).
Ιστορικά
στοιχεία
Οι
θεραπευτικές ιδιότητες της αγριάδας
ήταν γνωστές από την εποχή του Διοσκουρίδη,
τον πρώτο αιώνα μ.Χ.. Ήταν
βότανο που χρησιμοποιήθηκε ευρέως τον
Μεσαίωνα για τις διουρητικές του
ιδιότητες.
Ο
Κούλπεπερ το 1653 έγραφε «αν και ένας
κηπουρός θα έχει άλλη άποψη για την
αγριάδα, ο γιατρός κρατεί 2 στρέμματα
με αγριάδα που αξίζει τα διπλά από 20
στρέμματα καρότα» ενώ ο Τζον Πάρκινσον
το 1640 έγραφε ότι «η αγριάδα όχι μόνο
διαλύει τις πέτρες στην κύστη, αλλά
ανοίγει και τα βουλώματα στο συκώτι και
στη χοληδόχο κύστη, υποδεικνύοντας ότι
ίσως βοηθάει να διαλύσει ακόμα και τις
πέτρες στη χολή».
Στην
Κρήτη την ονόμαζαν Αγκρουστο. Την έπιναν
όσοι έπασχαν από δρομπίκι (υδρωπικία)
και στα παιδιά την έδιναν όταν έχουν
κατσίβερη (ιλαρά). Την έπιναν επίσης
όταν είχαν στραγγουργιά (δυσουρία) και
για τα νεφρά.
Συστατικά
– χαρακτήρας
Το
βότανο είναι άοσμο με γεύση γλυκιά, λίγο
σακχαρώδη, αλευρώδη και ελαφρά στυπτική. Η
αγριάδα περιέχει μία βλεννώδη ουσία,
την τριτισίνη (φρουκτοζάνη) σε ποσοστό
8%, ινοσιτόλη 3%, μανιτόλη, σταθερό έλαιο,
βιταμίνες Α και Β, γλυκοσίδιο βανιλλίνης,
σαπωνίνη, φυτική κόλλα, σιλικούχο κάλιο,
σίδηρο, μικρή ποσότητα πτητικού ελαίου
(κυρίως αποτελούμενο από αγροπυρίνη η
οποία έχει αποδειχθεί ότι διαθέτει
αντιβιοτικές ιδιότητες ευρέως φάσματος).
Άνθιση
– χρησιμοποιούμενα μέρη – συλλογή
Ανθίζει
από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο. Για
θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται
τα φύλλα και κυρίως η ρίζα της Αγριάδας. Οταν
λέμε ρίζα εννοούμε τα ριζώματα και οι
ριζώδεις μίσχοι ή στόλωνες. Το ρίζωμα
το συλλέγουμε την Ανοιξη ή στις αρχές
του Φθινοπώρου. Το πλένουμε και το
ξηραίνουμε στη σκιά. Το βότανο σε στεγνό
μέρος διατηρείται για τρία χρόνια
περίπου.
Θεραπευτικές
ιδιότητες και ενδείξεις
Είναι
από τα πιο χρήσιμα φαρμακευτικά φυτά
και συμπεριλαμβάνεται σε πολλούς
συνδυασμούς για τη θεραπεία του προστάτη.
Είναι μαλακτικό χωρίς παρενέργειες,
αυξάνει τη διούρηση, διευκολύνοντας τη
λειτουργία των νεφρών, καθαρίζει τον
οργανισμό από τις τοξίνες και κατεβάζει
τη χοληστερίνη του αίματος.
Βοηθά
στους κολικούς του συκωτιού, πέτρες στη
χολή, στη χρυσή και την κυτταρίτιδα. Δρα
ως αντισηπτικό και αντιφλεγμονώδες σε
ουρικές λοιμώξεις, όπως κυστίτιδα,
ουριθρίτιδα, προστατίτιδα, στον ρευματισμό
και τις ασθένειες του δέρματος. Είναι
ωφέλιμο για νεφρόλιθους και ψαμμίαση
(άμμο στα νεφρά). Είναι χρήσιμη σε
προβλήματα νυκτερινής ακράτειας. Σε
προβλήματα υπέρτασης βοηθά σημαντικά
μόνη της η σε συνδυασμό με φύλλα ελιάς
ή κλωνάρια Οξιού.
Για
προβλήματα κυστίτιδας, ουριθρίτιδας
και προστατίτιδας μπορεί να συνδυασθεί
άριστα με Αρκτοστάφυλο ή Αχιλλέα. Χάρη
στην τριτισσίνη που περιέχει (ουσία που
έχει παρόμοια δράση με την ινσουλίνη)
χρησιμοποιείται ως βοηθητικό στην
ασθένεια του διαβήτη. Γάλλοι βοτανολόγοι
χρησιμοποιούν τα φύλλα για τη διέγερση
του συκωτιού και της χολής.
Στη
Γερμανία η επιτροπή Ε, η ειδική ομάδα
που εγκρίνει την ασφάλεια των βοτανικών
φαρμάκων για τη γερμανική κυβέρνηση,
έχει εγκρίνει την αγριάδα για τη θεραπεία
της βρογχίτιδας και της λαρυγγίτιδας
όπως επίσης για τις μολύνσεις της κύστης
και της πέτρας των νεφρών.
Η
πτισάνη της αγριάδας είναι φάρμακο
γνωστό σε όλο τον κόσμο, που χρησιμοποιείται
για μαλακτικό, δροσιστικό, διουρητικό
και αντιφλεγμονώδες, ιδιαίτερα σε οξείες
αρρώστιες και διαλείποντες πυρετούς,
γαστρεντερικές φλεγμονές, φλεγμονές
των ουροφόρων οδών του προστάτη, ηπατικούς
και νεφρικούς κολικούς, ίκτερους κ.ά..
Τα απόζεμα (πτισάνη) αυτό της αγριάδας
μαζί με γλυκόριζα, χρησιμοποιείται ως
αντιδιψικό, αντιπυρετικό και διουρητικό.
Παρασκευή
και δοσολογία
Η
χρησιμοποίηση της αγριάδας είναι απλή
και όποια αναλογία της είναι ακίνδυνη.
Παρασκευάζεται ως αφέψημα. Ρίχνουμε
δύο κουταλιές του τσαγιού κομμένο ρίζωμα
σε ένα φλιτζάνι νερό και το σιγοβράζουμε
για 10 λεπτά. Σουρώνουμε και πίνουμε
τρεις φορές την ημέρα.
Προφυλάξεις
Δεν
έχουν αναφερθεί παρενέργειες από τη
χρησιμοποίηση του βοτάνου. Προκαλεί
μόνο με την παρουσία της πονοκέφαλο
στους κηπουρούς που δεν ξέρουν πώς θα
καταφέρουν να εξαφανίσουν αυτό το
“παράσιτο” από τις καλλιεργούμενες
εκτάσεις τους. Παρόλα αυτά η υπερβολική
και παρατεταμένη χρήση του βοτάνου
πρέπει να αποφεύγεται, διότι η έντονη
διουρητική δράση του μπορεί να προκαλέσει
υποκαλιαιμία. Επίσης, ασθενείς που
πάσχουν από οίδημα που προκαλείται από
καρδιακή ή νεφρική νόσο, πρέπει όταν
χρησιμοποιούν το βότανο να λαμβάνουν
πολλά υγρά για να καθαρίσουν το
ουροποιητικό τους σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου