περιλαμβάνει
πάνω από 200 είδη από τα οποία η Asperula
muscosa, η Asperula odorata (Ασπερούλα η εύοσμος ή
Τραχύδιον το εύοσμον) και η Asperula cynanchica
διαθέτουν φαρμακευτικές ιδιότητες και
ανήκουν στην οικογένεια των Ρουβιϊδών
(Rubiaceae).
Είναι
ποώδες, πολυετές φυτό, που φτάνει τα
30cm με φύλλα λογχοειδή σε ρόδακες, λεία
με πολύ μικρά αγκάθια στις άκρες και
άνθη που είναι διατεταγμένα σε επάκριο
κόρυμβο, χρώματος λευκού και πολύ
αρωματικά. Την ασπερούλα μπορούμε να
την συναντήσουμε σε όλες τις δασώδεις
περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της
βόρειας Αφρικής.
Το
όνομα του φυτού προέρχεται από το
λατινικό «asper» που σημαίνει τραχύ και
την κατάληξη «ula» που σημαίνει μικρό
θηλυκό. Από το 1500 οι Αλσατοί και οι
Γερμανοί παρασκεύαζαν το γνωστό
«μαγιάτικο κρασί», το Μάιντρανκ στο
οποίο μούλιαζαν ασπερούλα, μέσα σε
ελαφρώς γλυκό κρασί και η κατανάλωση
του κρασιού πρόσφερε τόνωση και βοηθούσε
στην διαδικασία της χώνεψης. Επίσης
γνωστή από το παρελθόν είναι η χρήση
της ως αποξηραμένο φαρμακευτικό φυτό
το οποίο σε αντίθεση με άλλα βότανα,
αυξάνει το άρωμα της σε αυτή τη μορφή.
Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο στο
παρελθόν την χρησιμοποιούσαν ευρέως
για το στρώσιμο του σπιτιού ή της
εκκλησίας, σαν χαλί στο πάτωμα και
αρωματικό της ατμόσφαιρας. Την
χρησιμοποιούσαν ακόμη για το γέμισμα
των στρωμάτων και τον αρωματισμό των
κλινοσκεπασμάτων.
Οι
φαρμακευτικές της ιδιότητες βρίσκονται
στη ρίζα και στα άνθη. Χρησιμεύει για
δερματοπάθειες, αϋπνία, διάρροια, ατονία.
Η ασπερούλα είναι σπασμολυτική, χολαγωγή
και διουρητική, με ιδιότητες στυπτικές,
τονωτικές και αντισηπτικές. Επίσης,
είναι φυτό χωνευτικό, που διευκολύνει
την πέψη κι ακόμα είναι ηρεμιστικό και
πολύ ευεργετικό στις περιπτώσεις
αϋπνίας. Είναι χρήσιμο κατά του ίκτερου
και συστήνεται κατά της πέτρας των
νεφρών και της χοληδόχου κύστης, καθώς
και εναντίον της νευραλγίας. Κατά των
σπασμών και βοηθά στην αντιμετώπιση
της αϋπνίας. Εξωτερικά ως κατάπλασμα
χρησιμοποιείται σε κεφαλόπονους,
τραύματα και χτυπήματα.
Το
φυτό περιέχει ασπερουλοσίδιο το οποίο
αναδύει οσμή κουμαρίνης η οποία είναι
γλυκιά όταν ξεραθεί το φυτό, ανθρακινόνες,
φλαβονοειδή, ιριδοειδή (βιοχημικές
ουσίες που παράγει το φυτό ως άμυνα κατά
της μόλυνσης και άλλων απειλών), τανίνη,
κιτρικό οξύ και ρουβιχλερικό οξύ. Η
κουμαρίνη βρίσκεται σε μεγάλη ποσότητα
μέσα στο φυτό και έχει υπνωτικές και
ναρκωτικές ιδιότητες.
Το
βότανο χρησιμοποιείται ακόμη για σιρόπι,
αρωματισμό μπύρας, σε μπράντι, λουκάνικα,
ζελέ, μαρμελάδα, αναψυκτικά και παγωτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου